CCFB Logo
top of page

Τόλμη και προδοσία: η ατέλειωτη σαπουνόπερα στον χώρο των πολεμικών τεχνών.

Σκεφτείτε ότι βρίσκεστε σε μια χαλαρή έξοδο με φίλους, γνωστούς από τη δουλειά ή έστω ανθρώπους με τους οποίους έχετε μια περιστασιακή επαφή. Η κουβέντα αρχίζει να αναπτύσσεται γύρω από ένα θέμα, δεν έχει σημασία ποιο θέμα, μπορεί να είναι τα πολιτικά, τα αθλητικά, τα επαγγελματικά, το αυτοκίνητο, οτιδήποτε· αρχίζετε σιγά σιγά να ψυχανεμίζεστε ότι από κάποιον εκ της παρέας θα ειπωθεί μια συγκεκριμένη γνωστή φράση, νιώθετε την αύρα της στον αέρα, και καταλαβαίνετε όσο προχωράει η συζήτηση πως είναι αναπόφευκτο ότι θα ακουστεί. Διαπιστώνετε μετανιωμένοι ότι αν ήσασταν λιγότερο αφηρημένοι θα είχατε δει όλα τα σημάδια από την αρχή, και είναι πια αδύνατον να το αποφύγετε, αισθάνεστε σαν να βλέπετε σε replay μια εκτέλεση πέναλτι, το ξέρετε ότι ο παίκτης έχει σκοράρει, αλλά εξακολουθείτε να έχετε μια ξεχασμένη από συνήθεια αγωνία.


Η συζήτηση κατηφορίζει με ροπή προς αυτή τη φράση, κανείς δεν μπορεί να σταματήσει το μοιραίο, μοιάζουν όλοι να συνωμοτούν προς αυτό, και νιώθετε να είστε παρατηρητής στο παιχνίδι μουσικές καρέκλες, μόνο που οι συμμετέχοντες στριφογυρίζουν γύρω από μία μοναδική καρέκλα και περιμένουν να σταματήσει η μουσική και μονάχα ένας να προλάβει να καθήσει. Στην περίπτωση αυτή η καρέκλα είναι η συγκεκριμένη αυτή φράση, και ο καθένας περιμένει να αδράξει πρώτος τη στιγμή για να εκστομίσει επιτέλους θριαμβευτικά “στην Ελλάδα ό,τι δηλώσεις είσαι!”.

Αναγνωρίζετε το συναίσθημα; Καλωσήρθατε στον χώρο των πολεμικών τεχνών, όπου αυτή η φράση είναι το ιερό μάντρα και η μαύρη κατάρα ταυτόχρονα.


Θα μπορούσε κάποιος να κερδίσει ακόμα και τις εκλογές με τη φράση αυτή ως σλόγκαν στην προεκλογική του εκστρατεία. Την αγαπάμε όταν εξυπηρετεί εμάς τους ίδιους και τη μισούμε στους άλλους. Μας δίνει ένα αίσθημα φιλοδοξίας και προοπτικής να γίνουμε ξεχωριστοί και την ίδια στιγμή μας το ακυρώνει, αφού δίνει και σε όλους τους υπόλοιπους το ίδιο δικαίωμα. Στην Ελλάδα υπάρχουν τόσοι πολλοί που δηλώνουν δάσκαλοι πολεμικών τεχνών, εκπαιδευτές, μαθητές, γκουρού, φιλόσοφοι της τέχνης του πολέμου, διαγαλαξιακοί πρωταθλητές φόρμας και semi-contact σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας (όλο και θα υπάρχουν ένας - δύο που δηλώνουν πιστοποιημένοι τζεντάι με μυστικό βίντεο από τις εξετάσεις τους), όσοι και εκείνοι που δηλώνουν συμμετοχή σε ριάλιτυ ταλέντων - με κριτές την αποθεωμένη άνευ αιτίας, χρόνια μεσήλικη τηλεσαβούρα, που καθιστά την αχρηστία καλοπληρωμένο επάγγελμα- χωρίς να αποκλείεται και το overlap σε πολλές περιπτώσεις. Είναι όλοι αυτό που δηλώνουν; Όχι! Έχει σημασία αν είναι όντως αυτό που δηλώνουν; Όχι και πάλι όχι. Σημασία έχει μόνο το πόσοι τους πιστεύουν.


Μέχρι το 2006 λέγαμε ότι μια εικόνα ισούται με χίλιες λέξεις. Έκτοτε λέμε ότι χίλιες λέξεις δεν έχουν καμιά αξία μπροστά σε μια σέλφι, ειδικά όταν ο εικονιζόμενος φορά σατέν στολή, έχει πάρει ένα ύφος αγριεμένο αλλά όχι τόσο ώστε να του στερήσει νέες συνδρομές στο παιδικό τμήμα, και κρατά ένα ή δύο περίτεχνα απαστράπτοντα σπαθιά ή μαχαίρι, συχνά με λάθος τρόπο βέβαια, αλλά ποιος θα το προσέξει; Είναι ο ίδιος τύπος που θα βάλει από μόνος του στον εαυτό του την ταμπέλα δάσκαλος πολεμικών τεχνών, με λίγη υπομονή και χωρίς καθόλου προπόνηση θα τον προαγάγει ύπουλα σε μάστερ (και εάν ήταν σωματικά εφικτό θα έκανε θερμή χειραψία με τον εαυτό του κατά την απονομή), και στην πορεία θα αφαιρέσει τις πολεμικές τέχνες από τον τίτλο του και θα κρατήσει το “Δάσκαλος” με το δέλτα κεφαλαίο. Γιατί πλέον έχει περάσει στο επίπεδο του δασκάλου της ζωής, που θα πάρει τον μαθητή και δεν θα τον κάνει απλά μαχητή, αλλά άνθρωπο, θα του δείξει τον δρόμο προς το φως και τη γνώση όπως μόνο αυτός ξέρει. Θα του πει τι να φάει, τι να φοράει, τι να διαβάζει, ποιους να μισεί, πού να ξοδεύει τα λεφτά του. Είναι ο μοναδικός που μπορεί να κρίνει τον εαυτό του, καθώς έχει αναρριχηθεί σε μια κατάσταση διαύγειας που κανείς από όλους εμάς τους πληβείους δεν τολμά καν να ονειρευτεί, και έπειτα από πολλή ενδοσκόπηση έκρινε ότι είναι ο μόνος ισάξιος του Πάι Μέι.

Τον Πάι Μέι βέβαια τον πρόδωσε η μαθήτριά του. Αυτό όμως είναι προβλεπόμενο για τον καθένα που θέλει να βρίσκεται στον χώρο των πολεμικών τεχνών, είναι κάτι σαν βάπτισμα του πυρός. Η προδοσία, που συνήθως ορίζεται ώς αιφνίδια εγκατάλειψη ενός δασκάλου από τον έμπιστο μαθητή του, ή και αντίστροφα σε κάποιες περιπτώσεις, είναι πια σχεδόν εθιμοτυπική, ωστόσο αποτελεί την κορωνίδα των θανάσιμων αμαρτημάτων του χώρου. Κι εκεί αρχίζει ένα ατέρμονο μοιρολόι για το ποιος πούλησε ποιον, ποιος πρόδωσε ποιον, ποιος πήγε πού, μια ατέλειωτη σαπουνόπερα γύρω από τον χωρισμό, η οποία εκτυλίσσεται σε πολλά επεισόδια, καθώς παίρνει μορφή χιονοστιβάδας που συμπαρασύρει και εμπλέκει πολλούς ανθρώπους, αθώους και μη. Όλα αυτά ξεκινούν από τις σκοπιμότητες και τις φιλοδοξίες αμφοτέρων πλευρών, και τη σύγκρουση του τι δηλώνει ο καθένας ότι είναι με το τι είναι στην πραγματικότητα.


Είναι απολύτως ανθρώπινο να υπάρχουν ρήξεις στις σχέσεις που σχηματίζονται μέσα στις πολεμικές τέχνες, όπως συμβαίνει σε κάθε κοινωνική σχέση. Θα ήταν περίεργο αν δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ειδικά σε έναν τόσο εγγενώς ανταγωνιστικό χώρο. Όμως όλες οι σαπουνόπερες έχουν κάποια δραματικά κλισέ και μοτίβα, και το μόνο από αυτά που δεν έχει προκύψει ως τώρα στον χώρο των πολεμικών στην Ελλάδα είναι η εμφάνιση ενός νόθου παιδιού (κληρονομιά από μακρινό πλούσιο θείο είχαμε 1-2 φορές) στην τρίτη σεζόν. Έτσι και εδώ, σε ένα φαινόμενο που επαναλαμβάνεται αενάως, έχουν σχηματιστεί τυπικά μοτίβα και σχήματα.


Ας δούμε λοιπόν μερικά από τα κακώς κείμενα, με σειρά από το κακό στο χειρότερο.


Ο υπερενθουσιώδης μαθητής


Μια κλασική πια περίπτωση είναι εκείνη του υπερενθουσιώδους αρχαρίου, που μπαίνοντας σε μια σχολή πολεμικών τεχνών θα ανακαλύψει το νόημα της ζωής του, για τον τρέχοντα μήνα τουλάχιστον. Όταν ο δάσκαλος τον ρωτήσει αν έχει κάποια προηγούμενη εμπειρία στις πολεμικές τέχνες, θα απαντήσει ότι έχει παρακολουθήσει δύο προπονήσεις kick boxing ενός φίλου του, αλλά έχει δει και το Romeo must die πάνω από 3 φορές. Όλα θα γίνουν ραγδαία. Θα κάνει τατουάζ ένα life size wooden dummy στην πλάτη του την πρώτη εβδομάδα των μαθημάτων και θα το μετανιώσει γρήγορα που δεν το έκανε σε πιο εμφανές σημείο, οπότε θα κάνει και μερικά κινέζικα ιδεογράμματα στο χέρι, που θα μπορούσαν κάλλιστα να σημαίνουν τηγανητό ρύζι με γαρίδες. Θα πηγαίνει σε όλες τις προπονήσεις, θα φτάνει πρώτος και θα φεύγει τελευταίος.


Στον μήνα επάνω θα ζητήσει από τον δάσκαλο να του κάνει ιδιαίτερα και να τον προχωρήσει στην ύλη γιατί θέλει να γίνει εκπαιδευτής στη σχολή και να ασχοληθεί επαγγελματικά, ενώ λίγο αργότερα θα ξεκινήσει και πρόγραμμα iron palm, ασχέτως εάν ακόμη δεν είναι απολύτως ξεκάθαρο στο μυαλό του το αν ο αντίχειρας σε μια γροθιά κλείνει πάνω από τις φάλαγγες ή από κάτω. Σε λίγο καιρό θα έχει άποψη επί του συστήματος, θα αρχίσει να λέει σοφιστείες στους λιγοστούς πιο νεοφερμένους από εκείνον και θα παραλείπει την προθέρμανση κάνοντας φόρμα στον καθρέφτη, ώστε να τον βλέπουν οι υπόλοιποι που ιδρωκοπούν κάνοντας διατάσεις. Τρεις μήνες αργότερα θα εξαφανιστεί απροειδοποίητα.


Ο λόγος; Δεν τον κάλυπτε η εκπαίδευση, ήθελε το κάτι παραπάνω, ήταν έτοιμος να εξερευνήσει σε μεγαλύτερο βάθος τις πολεμικές τέχνες και το ταλέντο του καταπιεζόταν. Ο πραγματικός λόγος; Δεν του είπε κανείς από την αρχή ότι χρειάζεται υπομονή, επιμονή και σκληρή δουλειά, αίμα, δάκρυα και ιδρώτα, ειδικά στα πρώτα επίπεδα. Επίσης, δεν τον είχε προειδοποιήσει κανείς ότι θα υπάρχουν και άλλοι μαθητές, ίσως καλύτεροι από αυτόν, στη σχολή. Κάποια στιγμή θα τον συναντήσει τυχαία στον δρόμο ένας συμμαθητής και θα τον ρωτήσει γιατί χάθηκε, κι αυτός θα απαντήσει ότι πήγε στην πατρίδα (εννοεί την Κίνα), για να εκπαιδευτεί σε ένα μυστικό θανάσιμο σύστημα από έναν δάσκαλο που κάθεται πάνω σε ένα βουνό.


Θα βγάλει αστραπιαία από την τσέπη τουριστικό μαγνητάκι από το Φοσάν για πειστήριο (στην καλύτερη περίπτωση το είχε παραγγείλει από το aliexpress, στη χειρότερη πούλησε το αυτοκίνητο για να πάει με γκρουπ του συλλόγου συνταξιούχων φιλολόγων στο Επταήμερο Πανόραμα της Κίνας). Δεν κρατάμε καμιά κακία στον υπερενθουσιώδη αρχάριο. Δεν είχε δεσμευτεί ποτέ πραγματικά, δεν πρόδωσε κανέναν πέρα από την ανάγκη του να πετύχει επιτέλους κάτι που θα τον κάνει ενδιαφέροντα άνθρωπο, που θα του δώσει τη δυνατότητα να πει στην παρέα του ότι έχει πρόοδο και απολαμβάνει επιβεβαίωσης σε έναν τομέα της ζωής του.


Ο γυρολόγος μαθητής


Ο γυρολόγος θα κλείσει συνωμοτικά το μάτι στον παραπάνω υπερενθουσιώδη μαθητή, όταν θα συναντηθούν τυχαία στο σαλόνι αναμονής του ψυχαναλυτή τους. Ωστόσο, το αίσθημα του ανικανοποίητου που έχουν και οι δύο δεν έχει την ίδια αφετηρία. Ο γυρολόγος μαθητής έχει μια έμφυτη αλαζονεία. Κρίνει πριν καν δοκιμάσει. Ξέρει πριν καν μάθει. Θα μιλήσει στον δάσκαλο από την πρώτη στιγμή στον ενικό, κι ας είναι 30 χρόνια μεγαλύτερός του, γιατί τον βλέπει σαν πληρωμένη υπηρεσία. Έχει θητεύσει βραχυπρόθεσμα σε πολλές σχολές πολεμικών τεχνών, όχι για να μάθει τις τέχνες, αλλά για να τον γνωρίσουν οι δάσκαλοι. Στο βιογραφικό του έχει πολλά συστήματα, αλλά δεν αναφέρει πουθενά τον βαθμό στον οποίο έχει φτάσει στο καθένα, γιατί είναι από χαμηλός έως ανύπαρκτος. Ένας σοβαρός δάσκαλος κάποτε είχε πολύ εύστοχα χαρακτηρίσει τον γυρολόγο ως “απόφοιτο πολλών νηπιαγωγείων”.


Ο γυρολόγος δεν θα προδώσει τον δάσκαλο, γιατί δεν τον θεωρεί δάσκαλό του. Θα τον προδώσει όμως τη δεύτερη φορά, όταν θα γυρίσει από την περιοδεία σε άλλα συστήματα και θα του πει πως έχει κατασταλάξει σ’ αυτόν και θέλει να ακολουθήσει τη δική του σχολή. Θα δείξει μια επιφανειακή αφοσίωση στην εκπαίδευση και θα πάρει κάποιο δίπλωμα που οριακά θα του πιστοποιεί την επάρκεια, θα δώσει υποσχέσεις για συνεργασία και λίγο αργότερα θα φύγει χωρίς εξηγήσεις και θα ανοίξει μια σχολή όπου θα διδάσκει “το απόσταγμα της εμπειρίας του”. Εκεί όμως θα απαιτεί από τους μαθητές την πλήρη δέσμευση στο σύστημά του, μια που ο ίδιος ξέρει τα πάντα γύρω από όλες τις πολεμικές τέχνες πια, και κάθε λοξή ματιά μαθητή σε άλλο δάσκαλο ή τέχνη θα θεωρείται πράξη απιστίας και θα καρατομείται πάραυτα.


Ο ξεχασμένος από το παιδικό τμήμα


Δεν θα αφιερώσουμε πολύ χρόνο σ’ αυτόν, όπως και ο ίδιος δεν αφιέρωσε φαιά ουσία για να εκπαιδευτεί. Είναι το παιδί που έγραψαν οι γονείς του στο παιδικό τμήμα πριν 20 χρόνια και ξεχάστηκε εκεί. Συνέχισε να πηγαίνει επειδή αυτοματοποιήθηκε μέσα του η ρουτίνα και παίρνει σαν υπνωτισμένος το λεωφορείο ή το αυτοκίνητο για να πάει στη σχολή. Έχει όλα τα διπλώματα στη διαβάθμιση της ύλης και μόνο λόγω συνέπειας και παλαιότητας. Κάποια στιγμή όμως θα ξυπνήσει από τον λήθαργο, όταν συνειδητοποιήσει ότι αν συνεχίσει να το κάνει αυτό σε μια δική του σχολή μπο